κρίκελλος

κρίκελλος
Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 20 μ., 1.325 κάτ.) στην πρώην επαρχία Βάλτου του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του νομού, στην ανατολική ακτή του Αμβρακικού κόλπου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αμφιλοχίας.
* * *
κρίκελλος, ὁ (Μ)
κρίκος, κύκλος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ. < λατ. circellus, (υποκορ. τού λατ. circulus) με μετάθεση τού -ρ-, πιθ. λόγω επιδράσεως τής λ. κρίκος (< λατ. circus < κίρκος)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Κρίκελλος — Sp Krikelas Ap Κρίκελλος/Krikellos L V Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • κρικέλλους — κρίκελλος circulus masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρικέλλων — κρίκελλος circulus masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Amorgos — Gemeinde Amorgos Δήμος Αμοργού (Αμοργός) …   Deutsch Wikipedia

  • Amorgós — Gemeinde Amorgos Δήμος Αμοργού (Αμoργός) DEC …   Deutsch Wikipedia

  • κρικέλλι — και κερκέλλι και κιρκέλλι, το (Μ κρικέλλιον, Μ και κέρκελλον και κρικέλλιν και κρίκελλον) μικρός κρίκος, μικρός δακτύλιος. [ΕΤΥΜΟΛ. < κρίκελλος + υποκορ. κατάλ. ιον (πρβλ. βδέλλ ιον, ψέλλ ιον). Οι τ. κέρκελλον και κερκέλλι με αφομοίωση τού ι… …   Dictionary of Greek

  • κρικελλωτός — κρικελλωτός, ή, όν (Μ) [κρίκελλος] αλυσιδωτός, φτιαγμένος από μικρούς κρίκους …   Dictionary of Greek

  • Krikelas — Sp Krikelas Ap Κρίκελλος/Krikellos L V Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Krikellos — Sp Krikelas Ap Κρίκελλος/Krikellos L V Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”